- κατειλεγμένας
- κατειλεγμένᾱς , κατά-λέγω 2pick upperf part mp fem acc plκατειλεγμένᾱς , κατά-λέγω 2pick upperf part mp fem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.